- τακονίτης
- Μεταμορφωσιγενές στρωματικό σιδηρούχο μετάλλευμα. Αποτελείται από χαλαζία και σχιστόλιθο σε εναλλασσόμενα στρώματα. Η σύστασή του αποτελείται κυρίως από χαλαζία, αιματίτη, μαγνητίτη, βιοτίτη, χλωρίτες, αμφιβολίτες, ανθρακικά άλατα κλπ. Ο τ. ονομάστηκε έτσι από την ονομασία της πόλης Τάκονικ των ΗΠΑ. Χρησιμοποιείται ως μετάλλευμα σιδήρου.
* * *ο, Ν(πετρογρ.) σχηματισμός σιδήρου στη Μινεσότα τών ΗΠΑ, με χαμηλή περιεκτικότητα σε πυρίτια, από τον οποίο γίνεται απόληψη σιδηρομεταλλεύματος με υψηλή περιεκτικότητα σε σίδηρο.
Dictionary of Greek. 2013.